εχινωδης

εχινωδης
    ἐχινώδης
    ἐχῑν-ώδης
    2
    ежеподобный
    

(τῶν μυῶν τινες Arst.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "εχινωδης" в других словарях:

  • εχινώδης — ες (Α ἐχινώδης, ες) [εχίνος] αυτός που μοιάζει με εχίνο, ο ακανθώδης νεοελλ. (για τον θαλάσσιο βυθό) ο γεμάτος αχινούς αρχ. τραχύς, ανώμαλος, αγκαθωτός («πᾱσαν τὴν τῆς πέτρας ἐπιφάνειαν ἐχινώδη καὶ ἀνεπίβατον εἶναι γυμνῷ ποδί», Στράβ.) …   Dictionary of Greek

  • ἐχινώδη — ἐχινώδης prickly neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἐχινώδης prickly masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἐχινώδης prickly masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχινώδεις — ἐχινώδης prickly masc/fem acc pl ἐχινώδης prickly masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»